Βικέντιος

Βικέντιος
(Βασίλειος Μαλαματένιος, Αθήνα 1954 –). Επίσκοπος Απαμείας. Σπούδασε στην Πατριαρχική Σχολή Ιεροσολύμων και μετεκπαιδεύτηκε στις ΗΠΑ. Το 1972 εκάρη μοναχός στην Ι. Μονή Οσίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου στη Νέα Υόρκη. Το 1997, αφού εγκατέλειψε τη σχισματική και αντικανονική κοινότητα των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών, στην οποία είχε ενταχθεί, έγινε δεκτός στην Ορθόδοξη Εκκλησία με συνοδική διαγνώμη του οικουμενικού θρόνου. Το 1998 εξελέγη παμψηφεί από την Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου επίσκοπος Απαμείας, με καθήκοντα βοηθού επισκόπου, διορίστηκε δε αναπληρωτής ηγούμενος της Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής Οσίας Ειρήνης της Χρυσοβαλάντου στη Νέα Υόρκη (Αστόρια).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Βικέντιος του Παύλου — (Vincent de Paul, Γκασκονί 1581 – 1660).Γάλλος ιερωμένος, άγιος της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας. Μορφώθηκε σε μοναστήρι Φραγκισκανών και αργότερα φοίτησε στο πανεπιστήμιο της Τουλούζ. Το 1600 χειροτονήθηκε ιερέας. Σύμφωνα με μια παράδοση, σε ένα… …   Dictionary of Greek

  • Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες — Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική.Επίσημη ονομασία: Άγιος Βικέντιος και οι Γρεναδίνες Έκταση: 389 τα. Σλμ. Πληθυσμός: 115.942 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Κινγκστάουν (16.000 κάτ. το 2001)Ο Ά.Β. και οι Γ. ανήκουν στο… …   Dictionary of Greek

  • Δαμωδός, Βικέντιος — Βλ. λ. Δαμοδός, Βικέντιος …   Dictionary of Greek

  • Δαμοδός, Βικέντιος — (Χαβριάτα, Κεφαλονιά 1678/9 – 1752). Φιλόσοφος και θεολόγος. Σπούδασε νομικά και φιλοσοφία στο Φλαγγινιανό Ελληνομουσείο της Βενετίας και στο πανεπιστήμιο της Πάντοβα. Μετά την επιστροφή στην πατρίδα του επιδόθηκε αρχικά στη δικηγορία και έπειτα… …   Dictionary of Greek

  • Μποκατσιάμπης, Βικέντιος — (Κέρκυρα 1856 Αθήνα 1933). Ζωγράφος, από τη Γαλλία. Σπούδασε στην Καλλιτεχνική Ακαδημία της Μασσαλίας και στην Ακαδημία του Αγίου Λουκά στη Ρώμη. Γύρισε στην Ελλάδα το 1895 και εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα. Δίδαξε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών… …   Dictionary of Greek

  • Πίζα, Βικέντιος — (Pisa). Ιταλός φιλέλληνας που πολέμησε στην Ελλάδα. Στις μάχες της Αθήνας και του Χαϊδαρίου (4 Νοεμβρίου 1821 και 1 15 Αυγούστου 1826) ήταν αρχηγός λόχου φιλελλήνων. Μετά την απελευθέρωση διορίστηκε φρούραρχος στο Ναύπλιο και πήρε το βαθμό του… …   Dictionary of Greek

  • Πίσσας, Βικέντιος — Ιταλός φιλέλληνας. Όταν άρχισε η Επανάσταση ήρθε στην Ελλάδα και πολέμησε στο σώμα των φιλελλήνων. Πήρε μέρος στη μάχη του Χαϊδαριού και διετέλεσε διοικητής του λόχου των φιλελλήνων στη φρουρά της Αθήνας. Αργότερα, επί Ι. Καποδίστρια, διετέλεσε… …   Dictionary of Greek

  • Дамодос, Викентиос — Викентиос Дамодос греч. Βικέντιος Δαμοδός Род деятельности: педагог, философ Дата рождения …   Википедия

  • Викентий (Маламатениос) — Монах Викентий Kαλόγερος Βικέντιος Епископ Апамейский, викарий Тианской митрополии 11 апреля 1998   27 марта 2012 …   Википедия

  • Αγία Λουκία — Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική.Επίσημη ονομασία: Αγία Λουκία Έκταση: 616 τ. χλμ. Πληθυσμός: 160.145 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Κάστρις (60.934 κάτ. το 1998)Στα ΝΑ βρίσκονται τα Μπαρμπάντος, Β και σε απόσταση 54 χλμ.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”